ΤΕΧΝΕΣ

Ο Τάκης Σπυριδάκης ήταν μία ολότελα Γλυκιά Συμμορία από μόνος του

Ο υπέροχος ηθοποιός που έφυγε από το ζωή στα 61 του χρόνια πρωταγωνίστηκε σε μία από τις σημαντικότερες ταινίες του ελληνικού σινεμά

ου σαι φίλε, επειδή το έχεις δει σαν αρχηγός εδώ πέρα, πρόσεξε μην μπει κάνας κλέφτης στο σπίτι,» λέει ο Ανδρέας της Γλυκιάς Συμμορίας, πρώην κρατούμενος των φυλακών Κορυδαλλού, πρόσφατα αποφυλακισμένος, αιώνια αχαλίνωτος, στον ψυχρό, παράξενο τύπο που παρακολουθεί το σπίτι της παρέας, κουκουλωμένος μέσα στη μπεζ του καμπαρντίνα. Το λέει σα να το εννοεί και χάνεται μέσα στο κλεμμένο τους αυτοκίνητο, εκείνος, ο Αργύρης, η Μαρίνα και η Σοφία.

Η σημαντικότερη, μάλλον, ταινία που γύρισε ποτέ ο Νίκος Νικολαΐδης (και ένα από καλύτερα ελληνικά φιλμ που γυρίστηκαν ποτέ) αφηγείται τη ζωή μίας μικρής ομάδας ατόμων που βλέπουν τον εαυτό τους να έχει φτάσει στο τέλος, σε εκείνο το σημείο που δεν έχει πια επιστροφή και αναζητούν διακαώς κάτι, μικρό ή μεγάλο, για να πιστέψουν, να ζήσουν και να πεθάνουν γι’αυτό.

«Αυτή είναι μία ταινία για την αντρική φιλία,» θα πει αρκετά χρόνια αργότερα ο ίδιος ο Τάκης Σπυριδάκης, «αλλά και για την φιλία, γενικότερα».

«Μία ομάδα ανθρώπων που έχει γνωριστεί κάτω από διάφορες συνθήκες και έχουν δεθεί μεταξύ τους. Η ιδεολογία τους δεν είναι συγκεκριμένη, αλλά ζουν παραβατικά. Κάποια στιγμή αυτή η παράβαση τους τιμωρείται από το συγκεκριμένο σύστημα που ίσχυε και τότε, ισχύει και τώρα,» θα συμπληρώσει ο ηθοποιός.

Ουσιαστικά οι περιπέτειες αυτής της συμμορίας δεν είναι τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από μία σπουδή πάνω στο νέο πρόσωπο ενός παγκόσμιου κρατικού φασισμού, αλλά παράλληλα είναι και μία ιστορία χαράς, γεμάτη μουσική, πόνο, γέλιο και, τι να κάνεις, γλυκιάς βίας. Κάπως έτσι είχε περιγράψει ο σκηνοθέτης Νίκος Νικολαΐδης την ταινία του, που κυκλοφόρησε το 1983 επηρασμένη από τον τίτλο του θρυλικού γουέστερν του Σαμ Πέκινπα, Άγρια Συμμορία.

Όπως είχε ομολογήσει ο ίδιος, ο Τάκης Σπυριδάκης πήρε τον ρόλο του Ανδρέα από τύχη. «Το καστ στην αρχή δεν ήταν αυτό. Τον ρόλο τον δικό μου θα τον έπαιζε ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου. Αλλά μετά είπε ο Βασίλης ότι δεν είναι ηθοποιός και δεν θα τα καταφέρει και τελικά ψάχναν εκεί τις φωτογραφίες και βρήκαν εμένα». Κι όμως, με έναν μαγικό τρόπο ο Τάκης Σπυριδάκης που τόσο πρόωρα έφυγε από την ζωή στις 14 Σεπτεμβρίου του 2019, μετά από πολυετή μάχη με τον καρκίνο, θα μπορούσε να είναι πραγματι ένας γλυκός, ασυμβίβαστος, ασταμάτητος Ανδρέας της δικής μας πραγματικότητας. Ίσως χωρίς την απειλητικά παρεμβατική συμπεριφορά, ίσως δρώντας περισσότερο μέσα στα όρια, ωστόσο παραμένοντας πάντα ακραίος, χυμαρώδης, παρορμητικός, επαναστάτης. Ακροβατώντας ανάμεσα στα όσα όφειλε να κάνει και στον κίνδυνο, φτάνοντας σε άσχημα μονοπάτια της ζωής, παραδεχόμενος, καιρό αργότερα, τις μεγάλες δυσκολίες που πέρασε.

«Υπήρχαν περίοδοι της ζωής μου που δεν είχε λεφτά ούτε για τσιγάρα ή εισιτήρια. Ζούσα μόνο για την τρέλα μου. έκανα μια ταινία το 1994 και μετά παραλίγο να πάω φυλακή,» είχει πει σε συνέντευξη του. Αλλά έκανε πολλές δουλειές, από τις οποίες είχε ομολογήσει πως του άρεσε περισσότερο αυτή του μπαρμαν, γιατί τα πήγαινε πάντα καλά με το αλκοόλ.

Η μαγεία, όμως, του Τάκη Σπυριδάκη ήταν πως μπορούσε να παίξει σχεδόν τα πάντα. Μόνο τον στοργικό μπαμπά δεν έπαιξε στην μικρή ή την μεγάλη οθόνη, αλλά τον έπαιξε με επιτυχία στη ζωή, αφού λάτρευε τις δύο κόρες που είχε αποκτήσει από τον δεύτερο του γάμο.

Το 2012 δεν υπήρχε άνθρωπος να μην τον ξέρει χάρη στην τηλεοπτική διαφήμιση που τον κατέστησε για πάντα στις συνειδήσεις του κοινού ως «ο πρόεδρος» ή αλλιώς «ο αγαπούλας». Εκείνος γελούσε με τους χαρακτηρισμούς αυτούς και του άρεσαν. Πώς γίνεται όμως να κοιτάς τα μακριά, ατημέλητα μαλλιά του, το ζεστά του βλέμμα και ένα χαμόγελο όλο γλύκα, coolness και μαγκιά και να μην θυμηθείς πρώτα και πάνω απ’ όλα εκείνον τον Ανδρέα; Τον αθυρόστομο, τον ατρόμητο, τον χαβαλέ.

Ο Νίκος Νικολαϊδης του είπε ότι δεν χρειάζεται να περάσει καν από οντισιόν για την Γλυκιά Συμμορία, γιατί είναι γεννημένος με την αυθεντικότητα του ρόλο πάνω του. «Είχαμε μία φίλη που όλοι συμπαθούσαμε αλλά κανείς δεν την έπαιρνε στα σοβαρά. Μία μέρα της έδωσα τα κλειδιά του σπιτιού μου για να πάει με τον φίλο της. Μετά από καμιά δεκαρία μέρες με είδε στον δρόμο και μου είπε πως βρήκε στο σπίτι μία φωτογραφία μου και την έδωσε σε μία εταιρία που έκανε κάστινγκ για μία ταινία του Νικολαΐδη. Δεν την πίστεψα. Δύο μήνες μετά με πήρε ο Νίκος Νικολαΐδης τηλέφωνο και μου είπε ότι θέλει να μιλήσουμε».

Κι ως γνωστόν, εδώ και δεκαετίες, ο Νικολαΐδης ήξερε πάντα τι έκανε.

Ο Τάκης Σπυριδάκης έφυγε από τη ζωή στα 61 του χρόνια στις 14 Σεπτεμβρίου του 2019.