ΤΕΧΝΕΣ

«The Trio»: Τζαζ πανδαισία με πιάνο, μπάσο και κιθάρα

«The Trio»: Τζαζ πανδαισία με πιάνο, μπάσο και κιθάρα

Τρεις άνδρες ντυμένοι κομψά φιγουράρουν στο εξώφυλλο του δίσκου. Με τον τρόπο που στέκονται ο ένας κοντά στον άλλο, δεν μοιάζουν με τρία ξεχωριστά άτομα, αλλά με ολότητα αποτελούμενη από τρία ισότιμα μέρη…

Στο πάνω δεξιά μέρος του κάδρου διαβάζουμε τον λακωνικό τίτλο «Τhe Trio», αλλά δεν γίνεται αμέσως αναγνωρίσιμο τι είδος μουσικής παίζει αυτή η τριάδα. Τα κοστούμια και τα αυστηρά βλέμματα, το γεγονός πως είναι όλοι λευκοί, η θεατρική ατμόσφαιρα της φωτογράφισης – υπάρχει κάτι απροσδιόριστο εκεί, πιθανώς κάτι από τον κόσμο της κλασικής μουσικής.

Στο οπισθόφυλλο όμως όλα έχουν τζαζ σημειολογία: οι φωτογραφίες των μουσικών στο στούντιο, τα ονόματα των κομματιών που προέρχονται από το τζαζ ανθολόγιο, οι σημειώσεις που υπογράφονται από έναν μεγάλο κιθαρίστα της τζαζ, τον Τζιμ Χολ. Και όταν η βελόνα μπαίνει στα αυλάκια του βινυλίου και αρχίζει η μουσική, ηχεί ένα από τα πιο ασυνήθιστα σχήματα της τζαζ, του τρίο που αποτελείται από πιάνο, μπάσο και κιθάρα.

Το πρώτο κομμάτι είναι σύνθεση του Καρλ Πέρκινς, ταλαντούχου πιανίστα της «Τζαζ της Δυτικής Ακτής» του ’50, ο οποίος παρόλο που πέθανε στα 29 του, πρόλαβε να κερδίσει ένα κομμάτι αθανασίας λόγω αυτής της μελωδίας που, μέσα στα μινόρε της, έχει κάτι το μυστήριο, λες και είναι το ηχητικό θέμα κάποιου παλιού φιλμ νουάρ.

Ακολουθεί μια εκδοχή του «Smoke Gets in your Eyes» του Τζερόμ Κερν, τραγούδι γραμμένο για θεατρικό μιούζικαλ του 1939 αλλά απογειωμένο σε δημοφιλία από τη διασκευή που του έκαναν οι Platters τo 1959. Εδώ κλέβει την παράσταση η σύμπραξη του μπάσου και της κιθάρας, που, ελλείψει των τυμπάνων, κρατούν τον ρυθμό και, όπως γράφει ο Τζιμ Χολ στο οπισθόφυλλο, «γίνονται ένα όργανο». Ο δίσκος προσφέρει και άλλες παλιές νοσταλγικές μελωδίες, όπως μια αναπάντεχα χαρμόσυνη εκδοχή του ελεγειακού «The End of a Love Affair» και μια αργόσυρτη, βελούδινη εκτέλεση του «For Heaven’s Sake».

Γουόλτερ Νόρις, Χαλ Γκέιλορ και Μπίλι Ντιν ηχογράφησαν στη σύντομη ζωή του «The Trio» ένα έργο που προστέθηκε στη μεγάλη λίστα των άγνωστων αριστουργημάτων της ιστορίας της τέχνης

Τα υπόλοιπα τέσσερα κομμάτια, όμως, είναι πρωτότυπες συνθέσεις των μουσικών και ακούγονται φορτισμένα με έναν ηλεκτρισμένο μοντερνισμό. Ενα από αυτά είναι και το «Scramble» που θυμίζει εκείνες τις δαιμονισμένες, περίπλοκες συνθέσεις του Τσάρλι Πάρκερ. Εχει γραφτεί από τον πιανίστα της μπάντας Γουόλτερ Νόρις, μουσικό και συνθέτη κορυφαίας κλάσης, που όμως παρέμεινε γενικά άγνωστος. Από το 1977 έως τον θάνατό του, το 2011 έζησε στο Βερολίνο, και παρά τη συνεχή του δράση στον χώρο της τζαζ, κρατούσε χαμηλό προφίλ. Ηταν τέτοια η δεξιοτεχνία και η τεχνική του και τόσο εντυπωσιακή η λυρική του ικανότητα, που ο Αμερικανός δημοσιογράφος Ουίλιαμ Γουίτγουορθ (που είχε μεγάλη θητεία στο New Yorker και στο Atlantic και βαθιά γνώση της τζαζ) είχε πει χαρακτηριστικά: «Δεν μπορώ να σκεφτώ άλλον μουσικό στον χώρο της τζαζ με τέτοια άνεση και τέτοια φαντασία».

Το «The Trio» ήταν μια ιδέα του μπασίστα της ηχογράφησης Χαλ Γκέιλορ, ενός επίσης τεχνικού και ολοκληρωμένου μουσικού, που προηγουμένως είχε παίξει δίπλα σε μεγάλα ονόματα όπως ο Σταν Γκετζ και είχε συνοδεύσει την Πέγκι Λι, τη Λένα Χορν και τον Φρανκ Σινάτρα. Η μουσική σταδιοδρομία του όμως έληξε άδοξα, εφόσον προτίμησε να ακολουθήσει καριέρα συμβουλευτικού ψυχολόγου.

Απότομα έληξε και η μουσική καριέρα του εκπληκτικού κιθαρίστα του δίσκου, του Μπίλι Μπιν. Μαζί με αυτούς, έτσι και η ηχογράφηση με αυτό το τρίο που τόσο λίγο έζησε, προστέθηκε στη μεγάλη λίστα των αγνώστων αριστουργημάτων της ιστορίας της τέχνης.

Το «The Trio» των Γουόλτερ Νόρις, Χαλ Γκέιλορ και Μπίλι Ντιν ηχογράφησε την εκλεκτική του «μουσική δημοκρατία» τον Ιούνιο του 1961 στον όγδοο όροφο του Radio City Music Hall της Νέας Υόρκης, στο ίδιο στούντιο όπου δεκαπέντε χρόνια αργότερα έμπαιναν οι Ramones για να γράψουν τον πρώτο τους δίσκο. Παραγωγός ήταν ο δαιμόνιος Οριν Κίπνιουζ, ιδρυτής της ιστορικής Riverside Records, που είχε στο ρόστερ της γίγαντες όπως ο Μπιλ Εβανς και ο Θελόνιους Μονκ.

Ας μην ξεχνάμε όμως και τον δημιουργό εκείνου του ατμοσφαιρικού «τριπλού πορτρέτου» του εξωφύλλου, τον σπουδαίο φωτογράφο Ντέιβιντ Σαπίρο, που έβγαλε, μεταξύ πολλών άλλων, μερικές από τις πιο εμβληματικές φωτογραφίες του Μοχάμεντ Αλι, του Αλ Πατσίνο και του Μάρλον Μπράντο στο σετ του «Νονού», και του Αντι Γουόρχολ μαζί με τους Velvet Underground.

Αξίζει, τέλος, να σημειώσουμε και ένα σχόλιο του δημοσιογράφου Μαρκ Μάγιερς της εφημερίδας New York Times: «Ακούγοντας αυτόν τον δίσκο, αναρωτιέται κανείς γιατί ο παραγωγός δεν κλείδωσε την πόρτα, αφήνοντας τους μουσικούς να παίζουν μέχρι να αρχίσουν να παρακαλάνε για να φύγουν».

Δημήτρης Καραΐσκος-kathimerini.gr