ΤΕΧΝΕΣ

John Waters: Αιρετικός και απολαυστικός στο 60ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης

Ο Πάπας του Trash σε ένα «χειμαρρώδες» masterclass

Αφοπλιστικός και ετοιμόλογος όπως πάντα, ο Αμερικανός σκηνοθέτης John Waters με το «κακό» γούστο και τις cult ταινίες βρέθηκε στη φετινή διοργάνωση του Φεστιβάλ Κινηματογράφου για μία εκ των έσω ξενάγηση στο trash σύμπαν του. Στο mastercalss που πραγματοποίησε σήμερα στην Αίθουσα Τζον Κασσαβέτης, στην Αποθήκη 1 του Λιμανιού, συζήτησε με τον Γιώργο Κρασσακόπουλο για την πρώιμη καλλιτεχνική του περίοδο, το «παιχνίδι» του Hollywood, το backround της φιλμογραφικής του πορείας και φυσικά, απαντώντας σε ερωτήσεις του κοινού, για θέματα όπως τα ναρκωτικά και η ομοφυλοφιλία.

«Όταν ξεκίνησα δεν είχα χρήματα για να διαφημιστώ οπότε χρησιμοποίησα τον Τύπο. Όσο καλή και αν είναι μία ταινία πρέπει να βρεις ένα μέσο που θα τη δώσει προς τα έξω. Το να μάθεις την επιχειρηματική πλευρά του cinema είναι το ίδιο σημαντικό με το να μάθεις την τέχνη. Ένα ολοσέλιδο άρθρο είναι μία δωρεάν διαφήμιση και για εμένα ο Τύπος είναι οι προσωπικές μου σαπουνόπερες. Διαβάζω επτά εφημερίδες κάθε μέρα! Όταν δίνω συνέντευξη αισθάνομαι ότι είμαι στον ψυχίατρο και λέω νέα πράγματα κάθε φορά.» λέει ο Waters.

«Οι ταινίες μου ήταν αισχρές και φρικτές γιατί θέλαμε να διαφοροποιηθούμε»

Κοιτώντας πίσω, στις πρώτες μικρού μήκους ταινίες του, θυμάται τις γεμάτες αίθουσες, τις κριτικές αλλά και τα δικαστήρια που ακολούθησαν: «Περιέργως ήταν εμπορικές όπως το “Pink Flamingos”. Μοιράζαμε φυλλάδια στους δρόμους και στα εστιατόρια, μέχρι να μας διώξουν, και γεμίζαμε τις αίθουσες με χίπηδες. Για δέκα ολόκληρα χρόνια δεν πήραμε ποτέ καλή κριτική αλλά ήταν η σωστή κριτική! Λέγανε ότι δεν έχουν δει τίποτα πιο αηδιαστικό και ότι αν σου αρέσει η ταινία μου πρέπει να έχεις πρόβλημα αλλά αυτό ήταν η καλύτερη διαφήμιση για το φιλμ! Μετά ακολουθούσαν τα δικαστήρια. Για το «Pink Flamingos» δεν κερδίσαμε ποτέ υπόθεση. Όταν κυκλοφόρησε η ταινία προβλήθηκε σε 20 κινηματογράφους ταυτόχρονα. Τότε τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά. Πότε προβλήθηκε τελευταία φορά ταινία τα μεσάνυχτα; Δεν ήμασταν παράνομοι τότε γιατί δεν υπήρχαν οι νόμοι που υπάρχουν σήμερα. Ήταν αισχρές και φρικτές οι ταινίες γιατί θέλαμε να διαφοροποιηθούμε. Αργότερα μάλιστα, σε μία σκηνή που γυρίσαμε με τη Divine σε ένα κολέγιο χωρίς να έχουμε άδεια μας συνέλαβαν για συνωμοσία την ώρα των γυρισμάτων, με τη Divine να είναι μισόγυμνη σε ένα κάμπριο.»

Διωγμένος από το Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, γεγονός που ο ίδιος κατανοεί απόλυτα καθώς όπως εξηγεί εκείνη την περίοδο καμία κινηματογραφική σχολή δεν ήθελε να διδάσκει για ταινίες όπως οι δικές του, δεν είχε την παραμικρή θεωρητική γνώση για την παραγωγή ταινιών. «Έμαθα κάνοντας και τεχνικά οι ταινίες μου ήταν φρικτές! Αν άρεσαν σε κάποιον έλεγα ότι ήταν ωμές, αν δεν άρεσαν έλεγα ότι ήταν ερασιτεχνικές.»

goyoters1.jpg

Κατά τη διάρκεια δημιουργίας των ταινιών του φρόντιζε πάντα να έχει μία φιλική σχέση με τους λογιστές γιατί «αν η ταινία δεν πάρει λεφτά δε θα έχει να δώσει κιόλας.» Η διανομή των ρόλων ήταν το δεύτερο πιο δύσκολο κομμάτι στη δουλειά του και έμαθε να παίζει το παιχνίδι του Hollywood για να πετύχει: «Αυτοί που άρεσαν στο κοινό έπαιρναν και τους μεγαλύτερους ρόλους. Έτσι γινόταν και στο Hollywood μόνο που εκεί έπρεπε να μάθω να πουλάω καλύτερα την ταινία. Το πρώτο meeting που έκανα εκεί ήταν για το “Hairspray” αλλά εγώ ήμουν ήδη γνωστός στο χώρο και φοβόντουσαν για το παρελθόν μου. Έμαθα να παίζω το παιχνίδι τους και ομολογώ πως το Hollywood μου φέρθηκε δίκαια γιατί είναι show business και όχι “show τέχνη”!»

«Θέλω όταν βγαίνω από την αίθουσα προβολής να νιώθω χάλια!»

Κάπου ανάμεσα στα διάσπαρτα “αρχεία” του μυαλού του ξεπηδά η γνωριμία του με τον Harris Glenn Milstead, τη θρυλική drag queen και performer “Divine” που πήρε μέρος σε αρκετές ταινίες του: «Γνωριστήκαμε όταν μετακόμισε λίγο πιο πάνω από τους γονείς μου. Ό,τι και να φαντάζεστε για αυτόν είναι αλλιώς στην πραγματικότητα. Ήταν ένα παιδί παχύ, αρκετά θηλυπρεπές που υπέστη εκφοβισμό κατά τη διάρκεια των σχολικών ετών και το κουβαλούσε μέσα του. Έβλεπε κάποιον που τον εκφόβιζε να παίζει σε μία σειρά στην τηλεόραση και δεν μπορούσε να γελάσει με αυτό που παρακολουθούσε γιατί θυμόταν ότι αυτός τον χτυπούσε στο λύκειο. Ήμασταν μία ανάμεικτη παρέα τότε. Gay, straight, λευκοί και μαύροι. Ακόμα και μαύροι αστυνομικοί μας σταματούσαν στον δρόμο. Δε μας ένοιαζε. Μου αρέσει η διαφορετικότητα, μου αρέσουν οι άνθρωποι που επαναστατούν από διαφορετικές κοινωνίες και συνυπάρχουν.»

Ο ίδιος απολαμβάνει τις “δύσκολες ταινίες του Ευρωπαϊκού κινηματογράφου”, όπως τις χαρακτηρίζει, που τον κάνουν να νιώθει άσχημα: «H ταινία δεν είναι για να σε κάνει να νιώσεις καλά! Εγώ νιώθω καλά από μόνος μου και θέλω αυτό που θα δω να με κάνει να νιώσω περίεργα συναισθήματα. Θέλω όταν βγαίνω από την αίθουσα προβολής να νιώθω χάλια!». Όσον αφορά τον ελληνικό κινηματογράφο, ο αμερικανός σκηνοθέτης αγαπά την ταινία «Καλοκαιρινοί εραστές.»

Στον ελεύθερο χρόνο του, ο John Waters απολαμβάνει τη μουσική και τη συλλογή βιβλίων με περίεργα εξώφυλλα. Μπορεί να είναι πορνογραφικά, με παράξενους τίτλους, από περασμένες δεκαετίες, αλλά για τον ίδιο δεν έχει καμία σημασία καθώς δεν τον ενδιαφέρει να τα διαβάσει αλλά να απολαύσει την αισθητική του εξωφύλλου. Αναφορικά με τη μουσική, έχει «μικρούς κατασκόπους» που διασκεδάζουν σε clubs της πόλης και τον ενημερώνουν για τις νέες μουσικές τάσεις καθώς εκείνος θεωρεί τον εαυτό του μεγάλο για τέτοιους χώρους διασκέδασης.

Αυτό που θεωρεί σήμερα αηδιαστικό, ο «Πρίγκιπας του Εμετού», είναι τα οπιούχα, των οποίων η ζήτηση έχει αυξηθεί κατακόρυφα στην Αμερική. Ως πρώην χρήστης ναρκωτικών και ο ίδιος, λέει: «Δεν παίρνω πλέον ναρκωτικά, ούτε καν χόρτο γιατί με αγχώνει. Έχω στο σπίτι για τους καλεσμένους αλλά μέχρι εκεί. Το πιο βαρετό ναρκωτικό που έχω πάρει ποτέ είναι η έκσταση. Σε κάνει να αγαπάς τους πάντες και να κάνετε αγκαλιές.»

Τέλος, αναφέρθηκε και στην ομοφυλοφιλία ως λόγο εκφοβισμού συγκρίνοντας τη δική του εποχή με το σήμερα: «Τώρα είναι καλύτερα τα πράγματα. Είναι πιο αποδεκτό. Η μισή Αμερική έχει γίνει τρανς. Αν σε έλεγαν αδερφή στα δικά μου χρόνια ήταν δύσκολο να το διαχειριστείς. Εγώ δεν ήθελα ποτέ να είμαι σαν τους άλλους. Έβλεπα ότι διέφεραν τα ενδιαφέροντά μου από τα άλλα αγόρια γιατί για μένα υπήρχε και ο κόσμος του μποέμ όπου και κατέφευγα. Όταν πήγα πρώτη φορά σε gay club τρόμαξα. Είπα “μπορεί να είμαι αδερφή αλλά σαν αυτό που βλέπω δεν είμαι!”.»