ΤΕΧΝΕΣ

Χείλη με χείλη εν μέσω πανδημίας

Χείλη με χείλη εν μέσω πανδημίας

Ένα μυθιστόρημα για την αγάπη, τον έρωτα ανάμεσα σε δύο ανθρώπους που δεν είναι πια νέοι, τη δύναμη των φιλιών

ΜΑΝΟΥΕΛ ΒΙΛΑΣ
Τα φιλιά
μτφρ. Νανά Παπανικολάου
επιμ. Ευδοξία Μπινοπούλου
εκδ. Ικαρος, 2023, σελ. 512

«Η αγάπη πάντα στέργει, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει». Τι θα μπορούσε να είναι υπέρτερο της αγάπης; Ο Απόστολος Παύλος αποφαίνεται πως τίποτα· δεν υπάρχει κάτι πιο δυνατό απ’ αυτήν. Το ίδιο, αλλά με διαφορετικά λόγια, λέει και ο Μανουέλ Βίλας στο νέο του μυθιστόρημα «Τα φιλιά» όπου τοποθετεί τα φιλιά στην κορωνίδα της αγαπητικής εκδήλωσης ενός ανθρώπου προς τον άλλον.

Μπορεί να μην ξέρουμε τη φύση τους, γιατί καταφέρνουν να δονούν το ανθρώπινο σώμα και να προκαλούν εκρήξεις στην καρδιά, ούτε πώς η ένωση στόματος με στόμα παράγει μια τόσο δυνατή ηλεκτρική καταιγίδα, εντούτοις είμαστε σε θέση να συναισθανθούμε την ισχύ των φιλιών. Ειδικά εκείνες τις στιγμές που απαγορεύονται διά νόμου.

Το μυθιστόρημα του Ισπανού συγγραφέα είναι «τέκνο» της πανδημίας. Ως εκ τούτου κουβαλάει όλη την προβληματική που αναπτύχθηκε εκείνη την ταραγμένη περίοδο, κατά την οποία η ανθρώπινη επαφή είχε εξοβελιστεί έως και δαιμονοποιηθεί.

Ο ήρωάς του, ο Σαλβαδόρ, ένας 58χρονος δάσκαλος, αναγκάζεται να συνταξιοδοτηθεί πρόωρα, καθώς το μνημονικό του άρχισε να φθίνει επικίνδυνα, ενώ μια σιωπή τύλιγε σφιχτά το στόμα του σαν υμένας αδιάρρηκτος.

Χείλη με χείλη εν μέσω πανδημίας

Η Μονσεράτ

Προτού η Μαδρίτη μπει σε κατάσταση lockdown, αποφασίζει να ζήσει για λίγο καιρό σε ένα εξοχικό στη μέση του δάσους. Μόνος, αλλά όχι μοναχικός. Στην αρχή στήριγμά του είναι η Βίβλος και ο Δον Κιχώτης. Είναι τα μόνα βιβλία που παίρνει μαζί του. Βαθμηδόν, όμως, αυτό που θα τον κυκλώσει θωπευτικά είναι η Μονσεράτ. Μια γυναίκα αρκετά πιο νέα απ’ αυτόν που εργάζεται στο παντοπωλείο της περιοχής, όπου ο Σαλβαδόρ πηγαίνει για να προμηθευτεί τα χρειώδη.

Μεταξύ τους οικοδομείται μια σχέση αγάπης και ερωτικής αλληλεπίδρασης. Τη στιγμή που η παγκόσμια κοινότητα στέκει φοβική μπρος στον ιό και τον θάνατο που σκορπάει αδιακρίτως, αυτοί οι δύο άνθρωποι θα γνωρίσουν τον έρωτα. Είναι ένας έρωτας λυτρωτικός και αγνός. Είναι ξέφωτο μπρος στο μέγα σκότος (λέξη που χρησιμοποιεί συχνά ο Βίλας εν είδει αρνητικού συμβόλου που σκέπει τον κόσμο και τους ανθρώπους).

Μπορεί να ανθίσει ο έρωτας ανάμεσα σε δύο ανθρώπους που δεν είναι πια νέοι; Τι δύναμη έχουν πάνω τους τα φιλιά που δίνουν; Ο Σαλβαδόρ είναι ένας ιδεαλιστής, ένας ρομαντικός ερωτιδέας. Ονομάζει την αγαπημένη του Αλτισιδόρα. Ονομα που δανείζεται από μια ηρωίδα του Δον Κιχώτη.

Αυτό το μυθιστόρημα τού γίνεται εμμονή. Είναι σαν να διαβάζει τον έρωτά του, τον κόσμο, την πανδημία και τη ζωή του ολόκληρη, μέσα από το πρίσμα της αγνής τρέλας του ευφάνταστου ευπατρίδη από τη Μάντσα. Οπως ο Θερβάντες δεν επέτρεψε στον ήρωά του να ζήσει, έτσι και ο Βίλας δεν επιτρέπει σ’ αυτόν τον έρωτα να ευοδωθεί. Η Μονσεράτ υποχρεώνεται να μεταβεί στη Γερμανία όπου ζει ο γιος της μαζί με τον πρώην άνδρα της. Ο Σαλβαδόρ, με τη σειρά του, γυρνάει κάποια στιγμή στη βάση του. Η σχέση τους κράτησε τεσσεράμισι μήνες, αλλά στην ουσία τούς έδωσε γόνιμο υλικό για μια ζωή.

Το μυθιστόρημα έχει στην ουσία ελάχιστη δράση να μας προσφέρει. Λογικό και επόμενο, καθώς οι απαγορεύσεις στις μετακινήσεις δημιουργούν ένα δεσμευτικό πλαίσιο, που γι’ αυτούς τους δύο διαρρηγνύεται μέσω της απεραντοσύνης του έρωτά τους. Τα πάντα συμβαίνουν μέσα στους τέσσερις τοίχους και κυρίως στο μυαλό του Σαλβαδόρ.

Αναστοχάζεται την εφηβική του ζωή και την υπερβατική σχέση που είχε με έναν συμφοιτητή του, τον Ραφαέλ. Αν και το μυαλό του δεν λειτουργεί καλειδοσκοπικά, αλλά εστιάζει σε συγκεκριμένες αναμνήσεις, δεν παραλείπει να κάνει μια ανασκόπηση στην έννοια της ταυτότητας, του παρόντος και του μέλλοντος της Ευρωπαϊκής Ενωσης και των κρατών, να ρίξει το ανάθεμα στην κατάσταση της σημερινής Ισπανίας και του νάρκισσου πρωθυπουργού της, την ατομική ελευθερία, το χρήμα ή την άτακτη φυγή του Χουάν Κάρλος λόγω σκανδάλων.

Αυτή η ρεαλιστική ατζέντα θεμάτων, μαζί με το ιδεαλιστικό πάθος για τη Μονσεράτ, οδηγούν τον Σαλβαδόρ σε μια σειρά αφορισμών, ρητορικών τεχνασμάτων γεμάτα χιούμορ και πικρία, καθώς και σε μια ιδιότυπη εφευρετικότητα πνεύματος που γεννιέται εν μέσω εγκλωβισμού στο ενδιαίτημά του. Ακόμη και σε σημεία που ο μανιερισμός του Βίλας οδηγεί τα πράγματα σε ένα αδιέξοδο, είναι η φιλοσοφική διάσταση του μυθιστορήματος που σε ξανακερδίζει. Φυσικά, και τα φιλιά που ακόμη και όταν δεν δίνονται, θάλλουν μέσα του με την ελπίδα της απόδοσης. Εξαιρετική η μετάφραση της Νανάς Παπανικολάου.

ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ-kathimerini.gr