ΕΛΛΑΔΑ

Υπό δύο όρους η ένταξη επιχειρήσεων στη «Γέφυρα 2»

Θα λαμβάνονται υπόψη η έως τώρα κρατική στήριξη και η μείωση τζίρου

Ανοίγει τη Δευτέρα και επίσημα η συζήτηση μεταξύ θεσμών και κυβέρνησης για τα κριτήρια του προγράμματος «Γέφυρα 2», βάσει των οποίων θα επιδοτηθούν οι δόσεις των επιχειρηματικών δανείων για όσες εταιρείες, αλλά και ελεύθερους επαγγελματίες, έχουν πληγεί από την οικονομική κρίση που προκαλεί η πανδημία. Το πρόγραμμα θα έχει διάρκεια εννέα μήνες όπως και το «Γέφυρα 1» για την προστασία της πρώτης κατοικίας και εκτιμάται ότι θα τεθεί σε εφαρμογή από τον Απρίλιο, καλύπτοντας τις δόσεις των δανείων έως και τα τέλη του χρόνου.

Στο μεσοδιάστημα, η κυβέρνηση θα ενεργοποιήσει εκ νέου το πρόγραμμα για την επιδότηση των τόκων των επιχειρηματικών δανείων που είχε εφαρμοστεί τον περασμένο Απρίλιο για τρεις μήνες και στη συνέχεια επεκτάθηκε για άλλους δύο και αφορούσε επιχειρήσεις που ανήκουν στους πληττόμενους ΚΑΔ και είχαν ενήμερα επιχειρηματικά δάνεια στις τράπεζες.

Η επιδότηση των τόκων θα καλύψει χρονικό διάστημα τριών μηνών, δηλαδή από τον Ιανουάριο έως και τον Μάρτιο και σε συνδυασμό με τις αναστολές δόσεων που εφαρμόζουν οι τράπεζες, θα λειτουργήσει ως δικλίδα ασφαλείας έως την άρση των μορατόριουμ, που λήγουν για την πλειονότητα των εταιρειών στο τέλος του πρώτου τριμήνου.

Στις διαπραγματεύσεις που έγιναν την προηγούμενη εβδομάδα με τους θεσμούς, η κυβέρνηση πήρε το πράσινο φως για την υλοποίηση του προγράμματος «Γέφυρα 2», που θα πρέπει ωστόσο να συμφωνηθεί και σε επίπεδο κριτηρίων, δηλαδή με βάση τους «κόφτες» τους οποίους θα θέσουν οι θεσμοί, περιορίζοντας την περίμετρο των δανείων που θα επιδοτηθούν και των επιχειρήσεων οι οποίες θα επωφεληθούν από το μέτρο. Σύμφωνα με πληροφορίες, οι θεσμοί έθεσαν ως βασικές προϋποθέσεις:

1. Τη μείωση του τζίρου που θα πρέπει να υπερβαίνει το 20%.

2. Τις πραγματικές ανάγκες των επιχειρήσεων με βάση και τη στήριξη που έχουν λάβει μέχρι σήμερα.

Το ύψος της στήριξης συνεκτιμάται με βάση τον κανόνα de minimis, δηλαδή τις συνολικές κρατικές ενισχύσεις που έχει λάβει μια επιχείρηση. Το όριο αυτό, μετά την αναθεώρηση του προσωρινού πλαισίου που ενέκρινε την περασμένη εβδομάδα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας, αυξήθηκε στο 1,6 εκατ. ευρώ από 800.000 ευρώ (και 200.000 ευρώ που ίσχυε πριν από την κρίση).

Με δεδομένο ότι η κυβέρνηση έχει εφαρμόσει ένα εκτεταμένο πλαίσιο μέτρων στήριξης της οικονομίας (επιστρεπτέα προκαταβολή, αναστολή φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων, δάνεια με επιδότηση επιτοκίου ή με κρατική εγγύηση), η αλλαγή που αποφασίστηκε  ανοίγει τον δρόμο για την ένταξη στο πλαίσιο στήριξης της επιδότησης δόσεων στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που αποτελούν και την πλειονότητα της ελληνικής οικονομίας. Στον αντίποδα θα βρεθούν οι πολύ μεγάλες επιχειρήσεις που έχουν λάβει μέχρι σήμερα και τα μεγαλύτερα ποσά είτε με τη μορφή κρατικών εγγυήσεων είτε με τη μορφή άμεσης στήριξης.

Η εξαίρεση των μεγάλων επιχειρήσεων, δηλαδή αυτών που έχουν τζίρο άνω των 50 εκατ. ευρώ και απασχολούν πάνω από 250 εργαζομένους και οι οποίες έχουν υψηλές ανάγκες, γίνεται και για τον προφανή λόγο των περιορισμένων δημοσιονομικών πόρων, το ύψος των οποίων δεν έχει προσδιοριστεί και θα αποτελέσει αντικείμενο της σκληρής διαπραγμάτευσης, με δεδομένο ότι τα χρήματα του προγράμματος θα αντληθούν από πόρους του ΕΣΠΑ, δηλαδή από κοινοτικά κονδύλια.

Επίμαχο θέμα της διαπραγμάτευσης θα αποτελέσει επίσης το κατά πόσον στο πρόγραμμα θα μπορούν να ενταχθούν και προβληματικές επιχειρήσεις με βάση τον αυστηρό κοινοτικό ορισμό. Η ευρωπαϊκή πρακτική που απέκλειε αυτές τις επιχειρήσεις από μέτρα στήριξης έχει ελαστικοποιηθεί, επιτρέποντας την ένταξη και των προβληματικών επιχειρήσεων υπό την προϋπόθεση ότι η εταιρεία υλοποιεί σχέδιο αναδιάρθρωσης και ενίσχυσης των κεφαλαίων της. Με τον τρόπο αυτό η κυβέρνηση θα επιδιώξει να εντάξει στο πρόγραμμα ακόμη και εκείνες που είχαν πριν από το ξέσπασμα της κρίσης δάνεια σε καθυστέρηση έως 90 ημέρες, ενώ ανοιχτή είναι η συζήτηση για το κατά πόσον στο πρόγραμμα θα μπορέσουν να ενταχθούν και δάνεια που ήταν καταγγελμένα πριν από το 2019.

Το μέτρο εφόσον συμφωνηθεί θα προβλέπει κλιμακούμενη προς τα κάτω επιδότηση για τα δάνεια που ήταν σε μικρή ή βαθιά καθυστέρηση, ανάλογης με αυτής που ίσχυσε για το πρόγραμμα «Γέφυρα 1» για την προστασία της πρώτης κατοικίας. Να σημειωθεί ότι το «Γέφυρα 1» ξεκινούσε με επιδότηση 90% για τα εξυπηρετούμενα δάνεια και μειωνόταν έως και το 70% για το τρίτο τρίμηνο. Για τα δάνεια σε καθυστέρηση έως 90 ημέρες η επιδότηση ξεκινούσε από το 80% και μειωνόταν στο 60% το τρίτο τρίμηνο, ενώ για όσους είχαν δάνεια που είχαν καταγγελθεί, η επιδότηση ξεκινούσε από το  60% και μειωνόταν στο 30% στο τρίτο τρίμηνο.

Βασική προϋπόθεση για να ενταχθεί μια επιχείρηση στο πρόγραμμα επιδότησης της δόσης θα είναι να ρυθμίσει προηγουμένως το δάνειό της με την τράπεζα. Με δεδομένο ότι μεγάλο μέρος ενήμερων επιχειρηματικών δανείων έχουν τεθεί σε καθεστώς μορατόριουμ, το πρόγραμμα εκτιμάται ότι θα «ξεπαγώσει» τα δάνεια που έχουν μπει σε αναστολή και θα αποτελέσει σανίδα σωτηρίας τόσο για τις επιχειρήσεις που πλήττονται, αλλά και για τις ίδιες τις τράπεζες, που επιδιώκουν να επαναφέρουν στην κανονικότητα, ενήμερα επιχειρηματικά δάνεια αξίας περίπου12 δισ. ευρώ που έχουν «παγώσει».

Ευγενία Τζώρτζη – kathimerini.gr