ΚΟΣΜΟΣ

«Το Παιχνίδι του Καλαμαριού»: Χρέη, ανισότητες και οι νέοι της απελπισίας

Έχει γίνει παγκόσμιο trend και μέσα σε λίγο καιρό κατέκτησε την πρωτιά στην πλατφόρμα του Netflix, όπου προβάλλεται, ως η πιο δημοφιλής σειρά με 132 εκατομμύρια ανθρώπους να έχουν παρακολουθήσει τουλάχιστον 2 λεπτά από τη σειρά στις πρώτες 23 ημέρες προβολής της.

Ο λόγος για τη νοτιοκορεάτικη σειρά «Squid Game» και την παγκόσμια φρενίτιδα που έχει πυροδοτήσει η δυστοπική του ιστορία, η οποία, όπως υπολογίζει το Netflix, θα φέρει αξία 900 εκατ. δολαρίων.

Για το «Squid Game», το Netflix εκτιμά επίσης ότι το 89% των ατόμων που ξεκίνησαν τη σειρά παρακολούθησαν τουλάχιστον 75 λεπτά (περισσότερο από ένα επεισόδιο) και το 66% των θεατών, ή 87 εκατ. άτομα, ολοκλήρωσαν τη σειρά στις πρώτες 23 μέρες. Συνολικά, οι χρήστες της πλατφόρμας έχουν ξοδέψει περισσότερες από 1,4 δισ. ώρες παρακολουθώντας τη συγκεκριμένη σειρά.

Η σειρά ξεχωρίζει τόσο για τη δημοτικότητά της όσο και για το σχετικά χαμηλό της καθώς κόστισε μόλις 21,4 εκατ. δολάρια (περίπου 2,4 εκατ. δολάρια το επεισόδιο).

Η σειρά

Σε ένα σχόλιο για τη ζωή στη Νότια Κορέα σήμερα, αλλά και την κοινωνία που βάλλεται από τον καπιταλισμό, η σειρά παρουσιάζει ιστορίες βίας, προδοσίας και απελπισίας μέσα από από μακάβρια παιχνίδια στα οποία υποβάλλονται οι ήρωες της σειράς, οι οποίοι κυριολεκτικά παλεύουν μέχρι θανάτου.

Τέτοια παιχνίδια είναι συνήθως μεταφορές για τις εμπειρίες της σύγχρονης ζωής και συχνά ένα σχόλιο για την φιλοδοξία και την περιορισμένη κοινωνική κινητικότητα. Πάνω από όλα όμως είναι μια μεταφορά για την κοινωνικοοικονομική ανισότητα και τον καπιταλισμό.

Τα πρώτα επεισόδια δείχνουν τις συνθήκες που οδήγησαν τους κεντρικούς χαρακτήρες να «τα παίξουν όλα για όλα». Παρακολουθούμε μια σειρά από πολύ διαφορετικές ζωές, αλλά όλες βυθισμένες στα χρέη, την παραίτηση και τη δυστυχία. Ένας άντρας που απολύθηκε και στη συνέχεια χρεώθηκε από αποτυχημένες επιχειρηματικές δραστηριότητες και τυχερά παιχνίδια. Ένας αποτυχημένος διαχειριστής κεφαλαίων. Ένας ηλικιωμένος άντρας που πεθαίνει από καρκίνο. Μία Βορειοκορεάτισσα αποστάτης που παλεύει για να ενώσει την οικογένειά της. Ένας Πακιστανός μετανάστης εργάτης. Ένας γκάνγκστερ.

Το υπόβαθρο

Πολλά από τα οικονομικά θέματα που αναδεικνύονται στο «Squid Game» σχετίζονται τόσο με την πραγματικότητα στη Νότια Κορέα όσο και σε άλλες προηγμένες οικονομίες με αυξανόμενο χρέος, χάσμα ανισοτήτων και αυξανόμενη την αίσθηση απελπισίας μεταξύ των νέων που απλά δεν μπορούν να προχωρήσουν.

Η τηλεοπτική σειρά συχνά απεικονίζει την Κορέα ως μια βαθιά άνιση και βίαιη κοινωνία. Η τραυματική ιστορία της στο μεγαλύτερο μέρος του εικοστού αιώνα (ιαπωνικός αποικισμός, πόλεμος της Κορέας, σχεδόν 40 χρόνια στρατιωτικής δικτατορίας και οικονομικές κρίσεις) έχει αφήσει βαθιά σημάδια στην εθνική ψυχή της χώρας, σχολιάζει το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ.

Οι σκοτεινές πολιτικές αφηγήσεις στην τηλεόραση και τον κινηματογράφο συνεχίζουν να εκφράζουν τον κοινωνικό αντίκτυπο αυτής της ιστορίας. Παράλληλα, το χάσμα στην κορεατική κοινωνία διευρύνεται συνεχώς και γίνεται ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο στο τηλεοπτικό δράμα.

Οι κοινωνικοοικονομικές ανισότητες στο «Squid Game» διερευνώνται μέσω των αφηγήσεων για το οικονομικό άγχος των διαγωνιζόμενων, που συχνά επιδεινώνεται από την έλλειψη κοινωνικής ασφάλειας της Κορέας και τις μη ρυθμιζόμενες χρηματοοικονομικές δομές.

Ο δανεισμός και το οικονομικό άγχος

Στη σειρά βλέπουμε τους ήρωες να είναι υπερχρεωμένοι, κάτι που δεν είναι εντελώς ξένο με την κοινωνία της Νότιας Κορέας. Το χρέος των νοικοκυριών στη χώρα αυξήθηκε κατακόρυφα τα τελευταία χρόνια σε πάνω από το 100% του ΑΕΠ της. Είναι το υψηλότερο στην Ασία. Το κορυφαίο 20% των εργαζομένων στη χώρα έχει καθαρή αξία 166 φορές μεγαλύτερη από το κατώτατο 20%, δημιουργώντας μια ανισότητα που αυξήθηκε κατά το ήμισυ από το 2017.

Όπως γράφει ο Justin Jimenez του Bloomberg Economics, η αύξηση του χρέους έχει ξεπεράσει σε μεγάλο βαθμό αυτό του ονομαστικού ΑΕΠ καθώς τα «χλιαρά» μισθολογικά κέρδη και το αυξανόμενο κόστος ζωής έχουν οδηγήσει τους ανθρώπους στο δανεισμό.

Παράλληλα, αυξήθηκε το χρέος σε σχέση με το εισόδημα και υπήρξε πρόσφατα αύξηση των επιτοκίων. Αυτό άφησε «ξεκρέμαστους» όσους δεν διαθέτουν τους πόρους για να αντιμετωπίσουν έκτακτες περιστάσεις.

Ο Δείκτης ανισότητας Gini, που μετρά την κατανομή του εθνικού πλούτου, τοποθετεί τη Νότια Κορέα περίπου στο ίδιο επίπεδο με το Ηνωμένο Βασίλειο και σε καλύτερη θέση από τις ΗΠΑ. Ωστόσο, η αυξανόμενη ανεργία των νέων, η αύξηση των τιμών των κατοικιών και η πανδημία ανέτρεψαν τη μέτρια μείωση των ανισοτήτων που καταγράφηκε τα τελευταία χρόνια υπό την προοδευτική κυβέρνηση Μουν Τζε-ιν.

Σάμπος: Οι νέοι της απελπισίας

Στην Νότια Κορέα δεν είναι όμως χρεωμένες μόνο οι οικογένειες, που δανείζονται για να πληρώσουν τα έξοδα στέγασης και εκπαίδευσης. Με τις οικονομικές προοπτικές να μειώνονται και τα επιτόκια να πέφτουν σε ιστορικό χαμηλό, οι νεότεροι Κορεάτες αναγκάστηκαν να αναλάβουν ακόμη μεγαλύτερο χρέος για την αγορά περιουσιακών στοιχείων, από ακίνητα και μετοχές μέχρι κρυπτονομίσματα, στοιχηματίζοντας ότι η κερδοσκοπία είναι ο μόνος δρόμος για να επιτύχει κανείς οικονομικά. Αυτό κάνει τη στέγαση ακόμη πιο δαπανηρή, σχολιάζει ο Jimenez.

Τον Αύγουστο, η κυβέρνηση της χώρας ανακοίνωσε νέους περιορισμούς στο δανεισμό με στόχο τη μείωση του χρέους μεταξύ των νέων. Οι Millennials και όσοι είναι στα 30 τους έχουν το μεγαλύτερο χρέος σε σχέση με το εισόδημά τους. Οι προσπάθειες δεν απέδωσαν καθώς ανάγκασαν αρκετούς να στραφούν σε δανειστές υψηλότερου κόστους και κινδύνου.

Έτσι αρκετοί νέοι, γνωστοί ως η γενιά Σάμπος (ο όρος είναι ένας νεολογισμός στη Νότια Κορέα που αναφέρεται σε μια γενιά που εγκαταλείπει τον έρωτα, το γάμο και την απόκτηση παιδιών λόγω των κοινωνικών πιέσεων και των οικονομικών προβλημάτων) εγκαταλείπουν την αναζήτηση σπιτιού, καριέρας, συντρόφου και παιδιών.

«Τραγικά, αυτή η απελπισία οδήγησε πολλούς να βάλουν τέλος στη ζωή τους, συμβάλλοντας στο ποσοστό αυτοκτονιών που είναι το υψηλότερο στον ΟΟΣΑ», αναφέρει το Bloomberg.

Παρά τα μέτρα της κυβέρνησης για τη μείωση του κόστους στέγασης, οι μέσες τιμές των διαμερισμάτων σε όλη τη χώρα αυξήθηκαν περισσότερο από 70% τα τελευταία πέντε χρόνια. Η εξέλιξη αυτή βρίσκεται πλέον στο ραντάρ της κεντρικής τράπεζας, η οποία απέκλεισε την αύξηση του δεύτερου συνεχόμενου επιτοκίου την Τρίτη, σημαίνοντας ότι είναι πιθανό να υπάρξουν περαιτέρω κινήσεις λόγω της ταχείας αύξησης των τιμών των κατοικιών, των πληθωριστικών πιέσεων και της ανάκαμψης.

Επιμέλεια: Βαρδαλαχάκη Ιωάννα-naftemporiki.gr