ΕΛΛΑΔΑ

Οι γιαγιάδες της Λέσβου ήταν γιαγιάδες όλων μας

Η κληρονομιά των τριών γυναικών που δίδαξαν ανθρωπιά και αλληλεγγύη
Ένα μωρό που πρόσφατα είχε φτάσει στον κόσμο «τυλίγεται» από την αγάπη και την τρυφερότητα τριών γυναικών – που ήταν τότε κοντά στο κλείσιμο του κύκλου της ζωής τους (Φωτογραφία: Λευτέρης Παρτσάλης

Η κληρονομιά των τριών γυναικών που δίδαξαν ανθρωπιά και αλληλεγγύη

«“Γιαγιά Μηλίτσα”, της φώναζαν κι εκείνη γύριζε και χαμογελούσε! Το απολάμβανε που την αναγνώριζαν όλοι. Και οι τρεις γιαγιάδες το απολάμβαναν».

Η Ευανθία Χαλκιώτη μιλάει στην «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» για τη διάσημη Μηλίτσα Καμβύση από τη Σκάλα Συκαμιάς. Τη Δευτέρα 13/3, εκείνη και τα τρία αδέρφια της αποχαιρέτισαν την 90χρονη μητέρα τους, την τελευταία γιαγιά της εμβληματικής φωτογραφίας που τραβήχτηκε τον Οκτώβριο του 2015 από τον φωτογράφο Λευτέρη Παρτσάλη και έγινε σύμβολο ανθρωπιάς και αλληλεγγύης κατά την περίοδο της προσφυγικής κρίσης στην Ελλάδα.

Στη φωτογραφία, που -μάλιστα- την επόμενη χρονιά προτάθηκε για βραβείο Νόμπελ Ειρήνης, τρεις ηλικιωμένες γυναίκες της Λέσβου, οι ξαδέλφες Ευστρατία και Μαρίτσα Μαυραπίδη κοιτούν με αγάπη και αφοσίωση ένα βρέφος από τη Συρία, την ώρα που η φίλη τους Μηλίτσα Καμβύση το ταΐζει με το μπιμπερό. Το μωρό έχει μόλις βγει από την προσφυγική βάρκα που έφτασε στη Σκάλα Συκαμιάς και η μαμά του το έχει εμπιστευθεί στα χέρια τους, μέχρι εκείνη να φορέσει στεγνά ρούχα.

Η εικόνα είναι δυνατή, προκαλεί συγκίνηση και οι τρεις γυναίκες κάτω από το πλατάνι, που δε γνωρίζουν καν ότι ο φωτογράφος αποτυπώνει τη στιγμή, γίνονται από τη μία μέρα στην άλλη, οι πιο αγαπητές γιαγιάδες σε όλον τον κόσμο.

«Από τη μέρα που χάσαμε τη μητέρα μου, μας στέλνουν μηνύματα από παντού. Από την Ελλάδα, από τον Καναδά, από την Αυστραλία. Όσοι τη γνώρισαν, θέλουν να μας συλλυπηθούν», λέει η Ευανθία Χαλκιώτη.

Η μητέρα της, όπως και οι δύο αγαπημένες της φίλες, η Ευστρατία και η Μαρίτσα υποδέχονταν για αρκετά χρόνια κάτω από τον γέρικο πλάτανο τους πρόσφυγες του Αιγαίου. Οι εικόνες στο μυαλό τους συνδέονταν με όσα είχαν ζήσει οι δικές τους μανάδες, οι οποίες είχαν φτάσει -πριν από πολλές δεκαετίες- πρόσφυγες στη Συκαμιά. Πώς εκείνες θα μπορούσαν τώρα να τους γυρίσουν την πλάτη;

«Ένα χαμόγελο πρόσφεραν στους ανθρώπους που έφταναν εδώ με τις βάρκες και ένα χάδι στον ώμο. Κι εκείνοι έλεγαν “thank you” που πατούσαν το χώμα της Λέσβου. “Και γιατί να μην το πατάνε; Δικό μας είναι το χώμα;” έλεγε η μητέρα μου», θυμάται η 63χρονη Ευανθία, προσθέτοντας ότι λίγο – πολύ όλο το χωριό βοηθούσε τις μητέρες με τα μικρά παιδιά που έφταναν εξουθενωμένα από τη θάλασσα.

Η Μηλίτσα είχε τέσσερα παιδιά που τα τελευταία χρόνια τη φρόντιζαν μέρα-νύχτα, ανταποδίδοντάς της την αγάπη που η ίδια τους πρόσφερε απλόχερα όσο έζησε.

«Μας καμάρωνε που ήμασταν κοντά της. Ήταν ένας άνθρωπος που έδινε σε όλους μας ευχές και συμβουλές», λέει η κ. Χαλκιώτη. Θυμάται μία από τις συχνές συμβουλές της μητέρας της: «“Η δουλειά τα νικάει όλα”, μας έλεγε γιατί εκείνη είχε δουλέψει πολύ για να παντρέψει τις κόρες της. Δεν έπαιρνε ούτε παντόφλα καινούργια για να τα καταφέρει. Δούλευε στις ελιές, στα εστιατόρια τα καλοκαίρια. Ήταν πολύ εργατική γυναίκα κι εκείνη και ο πατέρας μου που τον έχασε πριν από 25 χρόνια».

Η Μηλίτσα Καμβύση ήταν επίσης μία από τις καλύτερες μοδίστρες στην περιοχή, καμαρώνει σήμερα η κόρη της. «Είχε φέρει ο παππούς μου μία ραπτομηχανή Singer όταν είχε έρθει στη Συκαμιά από τα Μοσχονήσια. Αφού υπήρχε η μηχανή στο σπίτι, η μητέρα μου την αξιοποίησε κι έμαθε να ράβει. Είχε ράψει ρούχα για πολλούς στο νησί, έκανε καλή δουλειά. Μέχρι και πέρυσι τα κατάφερνε ακόμη».

«Σε αυτές τις τρεις γυναίκες ο καθένας μας είδε τη δική του γιαγιά»

Η Μηλίτσα Καμβύση (στο κέντρο), πλαισιωμένη από τις Ευστρατία Μαυραπίδη (αριστερά) και Μαρίτσα Μαυραπίδη (από ρεπορτάζ της Καθημερινής τον Ιανουάριο του 2016)

Στη φωτογραφία του Λευτέρη Παρτσάλη, ένα μωρό που πρόσφατα έφτασε στον κόσμο «τυλίγεται» από την αγάπη και την τρυφερότητα τριών γυναικών -κοντά στο κλείσιμο του κύκλου της ζωής τους. Το στοιχείο αυτό, από μόνο του, κάνει την εικόνα δυνατή, λέει ο φωτογράφος, υπενθυμίζοντάς μας πως η «γιαγιά» κατέχει έναν ιερό ρόλο στην ελληνική κοινωνία.

«Εκεί νομίζω πως εστιάζεται και η δύναμη αυτής της φωτογραφίας. Στις τρεις ηλικιωμένες γυναίκες, ο καθένας από εμάς είδε τη δική του γιαγιά. Το παράδειγμά τους δε θα σβήσει με τον θάνατό τους. Η εικόνα θα είναι πάντα εκεί για να μας υπενθυμίζει την ανθρωπιά και την αλληλεγγύη που μας δίδαξαν με μια απλή πράξη», λέει στην «Κ» ο κ. Παρτσάλης.

Λίγους μήνες αργότερα ο φωτογράφος των εμβληματικών γιαγιάδων της Λέσβου, τις επισκέφθηκε ξανά για να τούς δώσει την εικόνα τους εκτυπωμένη. Τα χρόνια που ακολούθησαν, συνέχισε να πηγαίνει στο νησί, καλύπτοντας αποστολές για το προσφυγικό ζήτημα. Κάθε φορά, όπως λέει, ξέκλεβε λίγο χρόνο για να πηγαίνει στη Σκάλα Συκαμιάς.

«Προσπαθούσα να περνώ από εκεί, για να πω έστω ένα “καλησπέρα”. Τελευταία φορά είδα τη Μηλίτσα το 2020. Είχε πλεχθεί τέτοιο εγκώμιο γύρω από τη φωτογραφία που δεν ξέρω τι άλλο θα περίμενε κανείς να ακούσει από αυτές τις γυναίκες. “Το αυτονόητο κάναμε”, αυτό έλεγαν κάθε φορά που τις ρωτούσαν», λέει ο ίδιος.

Τι θα θυμάστε περισσότερο από εκείνες; Τον ρωτάω.

«Από αυτούς τους ανθρώπους τα μαθήματα τα παίρνεις από απλές καθημερινές συζητήσεις. Αυτό που θυμάμαι είναι πως όταν τις συναντούσα ήταν σαν να έβλεπα μία ακόμη γιαγιά μου, τόσο όμορφα με έκαναν να νιώθω. Δε θα ξεχάσω τις τελευταίες ευχές της Μηλίτσας για όλο τον κόσμο, για μένα, για τα πάντα. Ευχές ακατάπαυστες “να είναι όλοι καλά, να έχουν υγεία, να μην τυραννιέται ο κοσμάκης, τα μωρέλια”, ευχές πολλές. Αυτό κρατάω, λοιπόν, την καλοσύνη, η οποία ξεχείλιζε».

«Γράψε μόνο πως ήταν μια καλή γυναίκα»

Μέχρι το τέλος, η γιαγιά Μηλίτσα είχε καθαρό μυαλό και θυμόταν όλα όσα είχε ζήσει μέχρι τα 90 της χρόνια. Τους τελευταίους μήνες, όμως, έδειχνε περισσότερο κουρασμένη, έτρωγε λιγότερο και όπως έλεγε στις κόρες της, περίμενε πλέον να έρθει και η δική της σειρά. Είχε ήδη χάσει τις δύο αγαπημένες φίλες της, την Ευστρατία από τον Φεβρουάριο του ‘22 και τη Μαρίτσα από τον Ιανουάριο του ‘19.
«Δεν της είχαμε πει για την Ευστρατία, αλλά ήρθαν να της φέρουν το ψωμί και το έμαθε. Σοκαρίστηκε. “Πότε, πότε έγινε;”, ρωτούσε. Τελευταία φορά οι δυο τους είχαν ανταμώσει στην Παναγιά τη Γοργόνα. Την πηγαίναμε με το καροτσάκι για να παρακολουθεί τους γάμους που της άρεσαν πολύ», περιγράφει η κόρη της.

Η τελευταία είδηση που άκουσε, λίγες μέρες πριν πεθάνει η γιαγιά Μηλίτσα, ήταν εκείνη της σιδηροδρομικής τραγωδίας στα Τέμπη. «Έπιασε τα μάγουλά της για να δείξει το σοκ και τη στεναχώρια της», λέει η Ευανθία Χαλκιώτη.

Λίγο πριν κλείσουμε το τηλέφωνο, την ευχαριστώ για όσα μου είπε για τη μητέρα της. «Κορίτσι μου, δε χρειάζεται να γράψεις πολλά, γράψε μόνο πως ήταν μια καλή γυναίκα», αποκρίθηκε.

Βίκυ Κατεχάκη-kathimerini.gr