ΚΟΣΜΟΣ

Η εβδομάδα που θα αλλάξει (;) τις ΗΠΑ

Στην τελική ευθεία για τις προεδρικές εκλογές της Τρίτης βρίσκονται οι ΗΠΑ, με τους Ντόναλντ Τραμπ και Τζο Μπάιντεν να ερίζουν για τον θώκο του Λευκού Οίκου, σε μία προεκλογική περίοδο η οποία στιγματίστηκε από την υγειονομική κρίση του κορωνοϊού.

Άλλωστε, η πανδημία αποτέλεσε κεντρικό πεδίο σύγκρουσης μεταξύ των δύο υποψηφίων, με την κατάσταση μάλιστα, να περιπλέκεται περαιτέρω από τη μόλυνση του 74χρονου Τραμπ.

Αμφισβητώντας σε μεγάλο ποσοστό την θνησιμότητα και τις επιπτώσεις της Covid-19, ο Ρεπουμπλικανός πρόεδρος προσπάθησε να υποβαθμίσει τον κίνδυνο του κορωνοϊού, καλώντας τους πολίτες να μην φοβούνται και να επιστρέψουν στην ομαλότητα. Ωστόσο, η πραγματικότητα φαίνεται ότι τον διέψευσε οικτρά. Μόνο την Παρασκευή, οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν πάνω από 100.000 ημερήσια κρούσματα, ενώ ο συνολικός αριθμός των νεκρών ξεπερνάει τις 235.000.

Από την πλευρά του, ο 79χρονος Μπάιντεν άσκησε δριμεία κριτική στην κυβέρνηση Τραμπ, θέτοντας στο επίκεντρο την απουσία μέτρων ανάσχεσης της πανδημίας, κάτι το οποίο συμμερίζονται ολοένα και περισσότεροι Αμερικανοί. Άλλωστε, η δυσφορία των πολιτών για τη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης από τον Λευκό Οίκο είναι κάτι παραπάνω από διάχυτη.

Η ετερόκλιτη εικόνα για την οικονομία

Η προεκλογική περίοδος στιγματίστηκε και από τη διαμάχη των δύο υποψηφίων για την αμερικανική οικονομία. Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει να περηφανεύεται ότι οδήγησε -έστω και προ κορωνοϊού- τον δείκτη ανεργίας στο χαμηλότερο επίπεδο όλων των εποχών, αλλά και ότι πέτυχε την υψηλότερη ανάπτυξη σε επίπεδο τριμήνου (33% στο γ’ τρίμηνο του 2020) από το 1947, όταν και πρωτοξεκίνησε η καταγραφή των σχετικών στοιχείων.

Βέβαια, η πραγματικότητα δεν είναι ακριβώς έτσι. Αρκετοί αναλυτές θεωρούν ότι οι ΗΠΑ δύσκολα θα αποφύγουν την άτραπο της οικονομικής στασιμότητας, ενώ δεν αποκλείεται το τρέχον έτος να κλείσει με αρνητικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Την ίδια ώρα, εκατομμύρια πολίτες παραμένουν άνεργοι, μην μπορώντας να επιστρέψουν στην αγορά εργασίας, μετά το lockdown του Μαρτίου-Απριλίου.

Εξωτερική πολιτική α λα Ομπάμα (;)

Όσον αφορά την εξωτερική πολιτική, η οποία ενδιαφέρει περισσότερο τους Ευρωπαίους και λιγότερο τους ίδιους τους Αμερικανούς, ο Τζο Μπάιντεν έχει ήδη καταστήσει σαφείς τις διαφορές του με τον νυν πρόεδρο. Επιθυμεί μια πιο επιθετική πολιτική απέναντι στη Ρωσία και τη Βόρεια Κορέα, αλλά και επαναφορά των θερμών σχέσεων με την Ευρωπαϊκή Ένωση και πιθανώς, την Κίνα.

Παράλληλα, ως αντιπρόεδρος επί διακυβέρνησης Ομπάμα θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι θα προσπαθήσει -εφόσον εκλεγεί- να επαναφέρει τις ΗΠΑ στη Συμφωνία των Παρισιών για την Κλιματική Αλλαγή, αλλά και στη Συμφωνία για το Πυρηνικό Πρόγραμμα του Ιράν, δύο deals τα οποία έφεραν το στίγμα του Μπαράκ Ομπάμα. Άμεση θα πρέπει να θεωρείται και η επιστροφή των ΗΠΑ στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ).

Όσον αφορά την Τουρκία, η οποία ενδιαφέρει περισσότερο εμάς τους Έλληνες, οι αναλυτές εκτιμούν ότι δεν πρόκειται να υπάρξουν μεγάλες διαφοροποιήσεις μεταξύ των δύο υποψηφίων, με την αμερικανική διπλωματία να μην επιδιώκει έναν πιθανό εκτροχιασμό των σχέσεων με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αφενός λόγω της γεωπολιτικής θέσης της Τουρκίας αφετέρου λόγω των ευρύτερων συσχετισμένων στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.

Το απρόβλεπτο παραμένει πιθανό

Αυτή τη στιγμή, μόλις δύο 24ωρα πριν τις προεδρικές κάλπες και ενώ εκατομμύρια Αμερικανοί έχουν ήδη ασκήσει το εκλογικό τους δικαίωμα μέσω της επιστολικής ψήφου, οι δημοσκοπήσει προαναγγέλλουν ως νικητή τον υποψήφιο των Δημοκρατικών, Τζο Μπάιντεν. Ωστόσο, οι μνήμες από την ήττα της Χίλαρι Κλίντον το 2016 είναι ακόμη νωπές, γεγονός το οποίο καθιστά τους πάντες επιφυλακτικούς για κάθε είδους πρόβλεψη.

Του Γεράσιμου Χιόνη – naftemporiki.gr