ΤΕΧΝΕΣ

Η… Γαλλική Αποστολή του Γουές Άντερσον

Γαλλική Αποστολή (The French Dispatch). Κωμωδία, αμερικανικής και καναδικής παραγωγής του 2020, σε σκηνοθεσία Γουές Αντερσον, με τους Μπενίτσιο ντελ Τόρο, Έιντριεν Μπρόντι, Τίλντα Σουίντον, Λεά Σεντού, Φράνσις ΜακΝτόρμαντ, Τίμοθι Σαλαμέ, Τζέφρι Ράιτ, Ματιέ Αμαλρίκ, Μπιλ Μάρεϊ, Όουεν Γουίλσον, Ελίζαμπεθ Μος κ.ά.

Ο Γουές Άντερσον στήνει ακόμη μία παιχνιδιάρικη φινετσάτη, στα όρια της φάρσας, κωμωδία, πάνω στο πατρόν του “Ξενοδοχείου Grand Budapest”, ενώνοντας τρεις καρτουνίστικες ιστορίες για να σατιρίσει, απ’ τη μια, την ευρωπαϊκή μεταπολεμική διανόηση, το κοινωνικό γίγνεσθαι και να εκφράσει, με το δικό του ξεχωριστό τρόπο, την εκτίμησή του σε μια σοφιστικέ δημοσιογραφία που τείνει να εξαφανιστεί. Όπως είπε και ο ίδιος για την ιστορία του, αυτή «αφορά έναν Αμερικανό δημοσιογράφο με βάση τη Γαλλία που φτιάχνει ένα περιοδικό. Είναι περισσότερο ένα πορτρέτο αυτού του άνδρα, αυτού του δημοσιογράφου που προσπαθεί να γράψει αυτό που θέλει να γράψει». Ο Άντερσον υπερασπίζεται με πάθος αυτούς που θέλουν να γράψουν το δικό τους και όχι όλα αυτά που επιβάλλονται από τα συμφέροντα ή που ωθούν τα δημοφιλή ρεύματα μιας στημένης εμπορικότητας. Δηλαδή, κάτι σαν το δικό του προσωπικό κινηματογράφο, τον οποίο, προς τιμήν του, επιμένει να υπηρετεί, χωρίς υπαναχωρήσεις.

Το φιλμ, που αποτελείται από τρία κεφάλαια, έναν πρόλογο κι έναν επίλογο, εμπνεόμενα από άρθρα του υποτιθέμενου περιοδικού με έδρα μια φανταστική γαλλική πόλη, βάζει εξαρχής τους θεατές στο δικό του κινηματογραφικό υπερεαλιστικό σύμπαν, με τους ιλιγγιώδεις ρυθμούς, τη σλάπστικ κωμωδία, πανέμορφα και ευφάνταστα πλάνα που ξεχειλίζουν από πληροφορίες, καυστικούς διαλόγους, από τους πολυάριθμους εκκεντρικούς χαρακτήρες, που μοιάζουν με μαριονέτες μιας άλλης ρετρό εποχής. Και δεν σταματά μόνο σε αυτά, αλλά προχωρά και σε άλλα, καθώς σε κάθε σεκάνς τα κάδρα του αλλάζουν διαστάσεις, το ασπρόμαυρο εναλλάσσεται με το έγχρωμο, σκηνικά και κοστούμια φτάνουν στα όρια του φετίχ, το πολυπρόσωπο καταξιωμένο καστ (ηθελημένα, καρικατούρες του κειμένου) παίρνει τον χρόνο που επιτρέπει η δραματουργία και όχι η δημοφιλία ή το κασέ του, ενώ η πυκνότητα των μηνυμάτων του σεναρίου κρύβεται περισσότερο στις λεπτομέρειες από τη βάση της ιστορίας, μοιάζοντας με ένα χάος που λειτουργεί σαν ρολόι.

Εν ολίγοις μια ταινία που καθηλώνει ακόμη και αν τη δεις αποσπασματικά και χωρίς προσήλωση, καθώς ο Άντερσον αφενός μαγεύει εικαστικά και οπτικά, αφού ο διάκοσμος είναι ο πραγματικός πρωταγωνιστής και αφετέρου είναι φανερό ότι οι ιστορίες που διηγείται, πάνω απ’ όλα, είναι ένα ατελείωτο καλαμπούρι χωρίς τέλος.

Έτσι, μπορεί και δικαίως να κατηγορηθεί για την επιφανειακή προσέγγιση του θέματός του, την απουσία βάθους και πληρότητας ή ακόμη και για υπεροψία, αλλά σίγουρα θα αφήσει τον ίδιο τον θεατή να βουτήξει σε ένα πέλαγος ιδεών που προσφέρει, κάτι που σήμερα μοιάζει να είναι το ζητούμενο.

Το πολυπρόσωπο καστ, από Μπενίτσιο ντελ Τόρο, Φράνσις ΜακΝτόρμαντ και Τίμοθε Σαλαμέ μέχρι Λέα Σεντού, Τίλντα Σουίντον και φυσικά Μπιλ Μάρεϊ, δεν θα ξεφύγουν ούτε πόντο από τις απαιτήσεις του περφεξιονιστή σκηνοθέτη, σε αυτό το λούνα παρκ υπέροχων εικόνων και ιδεών.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Σε μια φανταστική γαλλική πόλη του 20ου αιώνα, εκδίδεται η εφημερίδα “French Dispatch”. Όταν ξαφνικά πεθαίνει ο αρχισυντάκτης της εφημερίδας, με αποτέλεσμα να διακοπεί μέχρι νεοτέρας η έκδοσή της και να ετοιμαστεί ένα ειδικό σχεδιασμένο φύλλο προς τιμήν του, διαφορετικές εξωπραγματικές ιστορίες παίρνουν σάρκα και οστά…