ΖΩΗ

Έκλεισαν τους λογαριασμούς τους, πώς είναι η ζωή χωρίς social media;

Έκλεισαν τους λογαριασμούς τους, πώς είναι η ζωή χωρίς social media;
Όλοι μιλάμε για «ψηφιακό detox» αλλά πόσοι από εμάς επιλέγουμε να φύγουμε από τον κόσμο των social media; Εικονογράφηση: Loukia Kattis

Δύο άνθρωποι που δοκίμασαν αλλά τελικά απαρνήθηκαν τη διαδικτυακή κοινωνική ζωή, εξηγούν τι σημαίνει να μην έχεις σήμερα social media, από την εργασιακή πραγματικότητα μέχρι το φλερτ

Στην ταινία «Fresh» της Μίμι Κέιβ, η μιλένιαλ Νόα (Ντέιζι Έντγκαρ-Τζόουνς), μετά από αποτυχημένα ραντεβού μέσω dating apps, γνωρίζει στον διάδρομο ενός σούπερ μάρκετ τον γοητευτικό και λίγο μυστήριο Στιβ (Σεμπάστιαν Σταν) και ανταλλάσσουν τηλέφωνα. Ο Στιβ δεν έχει social media, κι όταν η Νόα μοιράζεται αυτή την πληροφορία με την κολλητή της Μόλι (Τζότζο Τ. Γκιμπς), εκείνη την προειδοποιεί ότι αυτό είναι πολύ ύποπτο.

Δεν θα σας κάνουμε πολλά spoilers, αλλά η Μόλι είχε τελικά δίκιο να ανησυχεί. Φυσικά, γι’ αυτό δεν έφταιγε ότι ο πρωταγωνιστής της ταινίας δεν είχε (;) social media, παρ’ όλα αυτά, η απουσία του από αυτά θεωρήθηκε το πρώτο «ένοχο» στοιχείο της διαταραγμένης προσωπικότητάς του.

Κακά τα ψέματα, όσα πράγματα κι αν γραφτούν για την τοξικότητα των social media, για το πώς βάζει τις ζωές μας σε έναν εκ των πραγμάτων χαμένο αγώνα δρόμου, για τις χαμένες ώρες του αέναου scrolling, τους κινδύνους που ελλοχεύουν κυρίως για τις μικρότερες ηλικίες και τελικά, την αποθέωση της ματαιοδοξίας που πετυχαίνουν, ελάχιστοι από εμάς δεν βρισκόμαστε σε αυτά ή/και δεν κάνουμε βαριά χρήση τους. Εξάλλου, υπάρχει ένα για κάθε γούστο ή ορθότερα, ένα για κάθε σκοπό και στο τέλος, όλοι συναντιόμαστε σχεδόν σε όλα. Όσο κι αν γκρινιάζουμε γι’ αυτά κι όσο κι αν προσπαθούμε να κάνουμε «detox», δίνουμε το παρών, θεωρώντας ασυνείδητα δεδομένο ότι όλοι βρίσκονται κάπου εκεί έξω.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
«Θέλουμε να είμαστε διαφορετικοί» – Έφηβοι στις ΗΠΑ πετούν τα smartphones

Social Media; Μένω Εκτός

«Είναι cringe να μην έχεις social media», είχε πει πριν λίγο καιρό μια κοπέλα σε ένα μπαρ στον Κωστή Πλατανιώτη, χαρακτηρίζοντάς τον την ίδια στιγμή «εκτός εποχής». Μέχρι εκείνη τη στιγμή φλέρταραν, όταν όμως ήρθε η ώρα να ανταλλάξουν στοιχεία, ο 28χρονος της είπε ότι δεν διατηρεί προφίλ σε κάποιο κοινωνικό δίκτυο. Τότε εκείνη «μαζεύτηκε», δεν ήθελε να του δώσει τον αριθμό της, αλλά ούτε δέχτηκε να πάρει τον δικό του, όπως της πρότεινε αυτός ως μια πιο «safe» επιλογή.

Ο Κωστής Πλατανιώτης πέρασε βέβαια περίπου επτά χρόνια από τη ζωή του στα social media. Συγκεκριμένα, στο Facebook, στο οποίο βρέθηκε και κάπως τυχαία, μιας και ένας φίλος του, που ήθελε να επικοινωνεί πιο εύκολα και άμεσα μαζί του, έφτιαξε ένα προφίλ και… του το παρέδωσε.

Τότε ήταν 18 και μόλις είχε μπει στο πανεπιστήμιο, οπότε το Facebook ήταν κι ένας νέος τρόπος να μοιράζεται όσα έβλεπε, άκουγε και διάβαζε με ανθρώπους με τα ίδια ενδιαφέροντα με εκείνον και φυσικά, να μιλάει με τους φίλους του.

«Κάποια στιγμή όμως αισθάνθηκα ότι μου έτρωγε πολύ χρόνο και ενέργεια, με έκανε να νιώθω ότι ασχολούμουν περισσότερο από ό,τι ήθελα με τη ναρκισσιστική πλευρά του εαυτού μου. Μπούχτισα και συνειδητοποίησα ότι είναι ένα πράγμα που δεν μου ταιριάζει», λέει ο ίδιος. Ήταν η στιγμή που αποφάσισε να κλείσει το προφίλ του.

Από την άλλη, ο Παύλος Δημητρίου υπήρξε «σκληρός χρήστης» των social media. Ήταν ενεργός σε Facebook, Instagram, Twitter, LinkedIn, Tumblr, Pinterest, Flickr, «συν κάτι ξεχασμένα που δεν θυμάμαι καν πώς ονομάζονταν και όπου υπήρχαν μόλις 100 άνθρωποι».

Περνούσε γύρω στις έξι ώρες της ημέρας σε αυτή την πληθώρα κοινωνικών δικτύων, με τη μερίδα του λέοντος αυτού του χρόνου να καταλαμβάνουν οι επισκέψεις του στα τρία πρώτα. Για εκείνον, όπως και για πολλούς άλλους, το αέναο scrolling λειτουργούσε σαν διακοπές από την πολλή πραγματικότητα. Πέρα από τον «νεκρό χρόνο» που περνούσε σε αυτά, ένιωθε, βέβαια, και οφέλη από την παρουσία του στην ψηφιακή κοινωνική ζωή. Μετά, όμως, από σχεδόν μία δεκαπενταετία ήρθε η φθορά: «Είχε πάψει να με ενδιαφέρει να μοιράζομαι τι πιστεύω, πού είμαι, πώς είμαι και τι διαβάζω με όλους αυτούς τους ανθρώπους και, τελικά, σταμάτησαν να με ενδιαφέρουν τα αντίστοιχα όλων αυτών των ανθρώπων», παραδέχεται. Και κάπως έτσι, το 2021 έκλεισε όλα τα social media του.

Αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά που αποφάσισε να απέχει. Το 2012 είχε ξανακλείσει όλους τους λογαριασμούς του αλλά εκείνη η «αποτοξίνωση» κράτησε μόλις τρεις-τέσσερις μήνες, πριν ξαναμπεί στον πειρασμό να τους ξανανοίξει. Τώρα πάντως, όπως λέει «φαίνεται ότι έχω βαρεθεί πραγματικά» τα social media.

Στον πειρασμό να ανοίξει ξανά το προφίλ του μπήκε κάποια στιγμή και ο Κωστής Πλατανιώτης. Συγκεκριμένα, όταν ξαναμπήκε στις πανεπιστημιακές αίθουσες για την ανάγκη ενός μεταπτυχιακού, επανασυνδέθηκε δειλά-δειλά στο Facebook, αλλά αυτό δεν κράτησε πολύ και γρήγορα επέστρεψε στην προηγούμενη «αναλογική» συνθήκη.

Ο Παύλος Δημητρίου είναι σήμερα 42 χρονών και οι αντιδράσεις που δέχεται στο «Δεν έχω social media» ποικίλουν από ηλικία σε ηλικία: «Οι πέριξ της ηλικίας μου μού λένε συχνά : “Κι εγώ το έχω σκεφτεί πολλές φορές”. Οι λίγο μικρότεροι με κοροϊδεύουν: “Ωραία, τώρα να χτίσεις και τα παράθυρα του σπιτιού”. Οι πολύ μικρότεροι, αν δεν μείνουν με ανοιχτό το στόμα, αποκτούν στο πρόσωπό τους μια καχυποψία: “Δεν γίνεται αυτό”. Γίνεται αν στο γυμνάσιο έγραφες την εφημερίδα του σχολείου στο χέρι». Δεν τον ενοχλεί ιδιαίτερα τίποτα από αυτά, εξαιρουμένων των καχύποπτων αντιδράσεων.

Κάτι κερδίζεις, κάτι χάνεις

Ο 42χρονος είναι επίσης δημοσιογράφος, ένα επάγγελμα για το οποίο τα social media, καλώς ή κακώς, αποτελούν εργαλείο, μιας και ένα tweet που θα δεις άμεσα, μπορεί να γεννήσει αμέσως-αμέσως μια είδηση. Και φυσικά, για τους περισσότερους οι λογαριασμοί τους αποτελούν ένα φιλτραρισμένο δίκτυο σελίδων και προσώπων που τελικά, παρέχουν μια πιο άμεση και συγκεντρωμένη πρόσβαση στην πληροφορία.

Ο δημοσιογράφος δεν κρύβει πως η απουσία timeline δυσκολεύει όλη αυτή τη διαδικασία. Αλλά δεν είναι κιόλας ότι πτοείται ή ότι δεν υπάρχει λύση: «Υπάρχουν ευτυχώς εκατοντάδες έγκυρα ειδησεογραφικά σάιτ και πρακτορεία, αληθινές πηγές πληροφορίας και ασφαλώς οι συζητήσεις με συναδέλφους. Δυσκολεύει η πρόσβαση στην άμεση πληροφορία, αλλά έτσι είναι συχνά η ίδια η ζωή: win some, lose some», καταλήγει.

Το επαγγελματικό κομμάτι καθώς και το κομμάτι της προώθησης έργου (ασχολείται μεταξύ άλλων με το σινεμά αλλά και τη μουσική) είναι και οι μόνοι λόγοι που κάνουν αντίστοιχα τον Κωστή Πλατανιώτη να αφήνει μια μικρή πόρτα ανοιχτή σε ένα ενδεχόμενο «comeback» στα κοινωνικά δίκτυα. Αν δηλαδή, έβρισκε μία δουλειά που τον ενδιαφέρει πραγματικά και η σοσιαλμιντιακή παρουσία του κρινόταν ουσιαστικά απαραίτητη, τότε θα το ξανασκεφτόταν.

Συν τοις άλλοις, υπάρχουν κι οι στιγμές που απέχοντας από τα social μπορεί να «χάσει» μια εκδήλωση για την οποία κάπως θα ενημερωνόταν αλλιώς, του λείπει η δυνατότητα να συμμετέχει σε ουσιαστικές συζητήσεις με ανθρώπους που εκτιμά και δεν βρίσκονται απαραίτητα στον πολύ στενό του κύκλο, ενώ, για να επιστρέψουμε στο επαγγελματικό κομμάτι, θεωρεί πως αν έχεις social media, μπορείς να πλασάρεις πολύ περισσότερο τον εαυτό σου και αυτά που κάνεις.

Για να καλύψει αυτό το «κενό», ο 28χρονος έχει αναπτύξει πολύ περισσότερο τις δεξιότητές του όταν συναναστρέφεται με ανθρώπους στην πραγματική ζωή, «δεν επαναπαύομαι στην ασφάλεια της απόστασης ή της πλασματικής εικόνας που μπορεί να δημιουργηθεί μέσω των social. Υπό αυτό το πρίσμα, χαίρομαι που χρειάζεται να εξασκώ αυτές τις δεξιότητες» λέει χωρίς αναστολές.

Υπάρχει πάντα τρόπος εξάλλου «να κλέψεις». Όταν στον Παύλο Δημητρίου λείπουν τα social media επιστρατεύει «τους κατασκόπους του» που τον ενημερώνουν για τα τεκταινόμενα. Παράλληλα, για όλα εκείνα τα «χαμένα links» που θα κλίκαρε αλλιώς, και δεν πιάνει το ραντάρ του στην καθημερινή του «βόλτα» στα sites που τον ενδιαφέρουν, ο Κωστής Πλατανιώτης έχει τους φίλους του που ξέρουν πολύ καλά τι του ταιριάζει και θα φροντίσουν να μοιραστούν μαζί του κάτι που θα δουν και ξέρουν ότι θα του φανεί ενδιαφέρον.

Αρκεί να μην το έκαναν όσο καθόντουσαν σε ένα μαγαζί ή σε ένα σπίτι με τον/την σύντροφό τους ή τους φίλους τους: «Δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα από το να βλέπω ανθρώπους να κάθονται κι αντί να μιλάνε μεταξύ τους, να μιλάνε με τρίτους διαδικτυακά ή απλά να χαζεύουν περιεχόμενο χωρίς κανένα φίλτρο». Κάτι στο οποίο, όλοι έχουμε υπάρξει σε στιγμές «ένοχοι».

Ελένη Τζαννάτου-kathimerini.gr